- Βορυσθένη
- ΒορυσθένηςBorysthenesmasc nom/voc/acc dual (doric aeolic)ΒορυσθένηςBorysthenesmasc acc sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Χάλυβες — Αρχαίος λαός του Πόντου στη Μικρά Ασία. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (A’ 28) οι X. οι οποίοι ήταν ένα από τα 14 έθνη που είχαν δηλώσει υποταγή στον βασιλιά της Λυδίας Κροίσο, ήταν όμοροι με τους Μαρυανδούς και τους Παφλαγόνες. Ο Ξενοφών αναφέρει δυο… … Dictionary of Greek
υλαίος — αία, ον, και ιων. τ. θηλ. ὑλαίη, Α 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ὕλη*, στο δάσος, ή αυτός που ζει στο δάσος, ο άγριος 2. ονομασία σκύλου 3. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένο ένα αντικείμενο, ο… … Dictionary of Greek
Ανδροφάγοι — Αρχαίος λαός στην περιοχή της Ουκρανίας. Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, κατοικούσαν πέρα από τη Σκυθική έρημο και έφτανε κανείς εκεί μετά από δεκαήμερο ταξίδι, διαπλέοντας τον Βορυσθένη ποταμό (Δνείπερο). Οι Α. ήταν νομάδες, με πολύ άγρια ήθη και… … Dictionary of Greek
Κουίντζης, Άρχιππος Ιβάνοβιτς — (Μαριανούπολη, Ρωσία 1842 – 1910). Ζωγράφος. Γιος φτωχών Ελλήνων, υπήρξε για ένα διάστημα υπηρέτης του Ρώσου ζωγράφου Αϊβαζόφσκι. Ο Κ., που αναφέρεται και με το επώνυμο Κουϊτζής, ήταν αυτοδίδακτος, αλλά η συμβολή του στην άνθηση της ρωσικής… … Dictionary of Greek
Υλαία — Δασώδης χώρα της Σκυθίας, που εκτεινόταν από τις εκβολές του ποταμού Βορυσθένη (Δνείπερου) ως την Υπακύριδα (Καλαντζάκ) της ευρωπαϊκής Σαρματίας. Μερικοί συγγραφείς την έλεγαν και Υβική. Σήμερα αποτελεί το πιο έρημο μέρος της στέπας της ΝΑ… … Dictionary of Greek